Health Solutions Network

Έλεγχος των επιπέδων της ορμόνης ΑΜΗ σε πρόγραμμα εθνικού σχεδιασμού- Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για τη γυναικεία γονιμότητα

Τρίτη, 20 Αυγούστου 2024
Κωνσταντίνος Πάντος

Γυναικολόγος Αναπαραγωγής - Εξωσωματική Γονιμοποίηση,
Διευθυντής του Κέντρου Ανθρώπινης Αναπαραγωγής, Κλινική «Γένεσις Αθηνών».
www.genesisathens.gr

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 1 στα 6 ζευγάρια παγκοσμίως αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας (Cox et al., 2022). Αν και η γονιμότητα μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους παράγοντες, το ωοθηκικό απόθεμα διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην αναπαραγωγική δυναμική του γυναικείου πληθυσμού. Με τον όρο ωοθηκικό απόθεμα η επιστημονική κοινότητα αναφέρεται πρακτικά στο σύνολο των διαθέσιμων προς γονιμοποίηση ωαρίων που μία γυναίκα έχει στις ωοθήκες της ανά δεδομένη φάση της αναπαραγωγικής της ζωής. Σε αντίθεση με τους άνδρες, που έχουν την δυνατότητα να παράγουν νέα σπερματοζωάρια καθ’ όλη τη διάρκεια της αναπαραγωγικής τους ζωής, το σύνολο των ωαρίων που διαθέτει μία γυναίκα στις ωοθήκες της σχηματίζεται κατά την εμβρυϊκή ζωή και το απόθεμα αυτό συνεχώς μειώνεται χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα ανανέωσης.

Τι πρέπει να γνωρίζουμε για το ωοθηκικό απόθεμα;

Η μείωση του ωοθηκικού αποθέματος συμβαίνει με την αύξηση της αναπαραγωγικής ηλικίας της γυναίκας, μέχρι την εμμηνόπαυση, όπου θεωρητικά το ωοθηκικό απόθεμα θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί. Είναι εύλογο να συμπεράνει κανείς πως όσο μειώνεται το ωοθηκικό απόθεμα, δηλαδή ο αριθμός των ωαρίων, τόσο υποβαθμίζεται το αναπαραγωγικό δυναμικό μίας γυναίκας (Moghadam et al., 2022). Στο γενικό πληθυσμό η μείωση του ωοθηκικού αποθέματος γίνεται με σταθερό ρυθμό κατά την τρίτη δεκαετία της ζωής και από τα 35 έτη και μετά η μείωση είναι σημαντική. Έτσι, στα 40 έτη το αναπαραγωγικό δυναμικό έχει μειωθεί σημαντικά, ενώ από τα 45 έτη και μετά έχει σχεδόν εξαντληθεί. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που μετά τα 35 έτη εμφανίζεται συχνά αδυναμία φυσικής σύλληψης, δηλαδή υπογονιμότητα, η οποία ως επί των πλείστων οφείλεται στην υποβάθμιση τόσο της ποσότητας, όσο και της ποιότητας του ωοθηκικού αποθέματος.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως, σε αντίθεση με την πεποίθηση της κοινής γνώμης, η οποία προτάσσει πως η υπογονιμότητα λόγω προχωρημένης αναπαραγωγικής ηλικίας μπορεί εύκολα να υπερσκελιστεί μέσω των μεθόδων ιατρικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και εξωσωματικής γονιμοποίησης και οι πιθανότητες σύλληψης μέσω των μεθόδων αυτών μειώνονται σημαντικά υπό εδάφους μειωμένου ωοθηκικού αποθέματος. Ο λόγος είναι πως μέσω των μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν δημιουργούνται νέα ωάρια, αλλά γίνεται υποβοήθηση της σύλληψης μέσω πιο αποτελεσματικής εκμετάλλευσης του ήδη υπάρχοντος ωοθηκικού αποθέματος.

Η λανθασμένη αντίληψη ότι οι μέθοδοι ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μπορούν με ευκολία να υπερσκελίσουν το εμπόδιο του μειωμένου ωοθηκικού αποθέματος, έχει σαν αποτέλεσμα τα περιστατικά αυτά να υποβάλλονται σε πολλαπλούς κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης και συνηθέστερα πλέον σε κύκλους δωρεάς ωαρίων, κάτι που προκαλεί ψυχολογική, πνευματική και οικονομική εξάντληση των ανθρώπων αυτών που επιθυμούν την ολοκλήρωση του οικογενειακού τους προγραμματισμού και απώλεια της αναπαραγωγικής τους αυτονομίας, ενώ παράλληλα επιβαρύνεται σημαντικά και το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτή η σημασία της ανάπτυξης αποτελεσματικών στρατηγικών για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης περί του ωοθηκικού αποθέματος και του αντίκτυπου που έχει στο αναπαραγωγικό δυναμικό. Είναι ύψιστης σημασίας η κοινή γνώμη να αντιληφθεί βασικά σημεία της φυσιολογίας της αναπαραγωγής, για καταρριφθούν επικίνδυνοι μύθοι που θέτουν σε κίνδυνο την αναπαραγωγική αυτονομία του πληθυσμού, ενώ παράλληλα βλάπτουν σημαντικά τη δημοσιονομική σταθερότητα του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Παράλληλα, είναι σημαντικό η κοινή γνώμη να λάβει εμπεριστατωμένη ενημέρωση αναφορικά με τα μέσα που έχει διαθέσιμα σήμερα η επιστημονική κοινότητα για την αξιολόγηση του ωοθηκικού αποθέματος.

Αντιμυλλέριος Ορμόνη (AMH) και γυναικεία γονιμότητα

Αν και σήμερα δεν υπάρχει μία ανάλυση ή εξέταση, η οποία να δείχνει με απόλυτη ακρίβεια τον αριθμό των διαθέσιμων ωαρίων στις ωοθήκες, ωστόσο υπάρχουν δείκτες προσδιορισμού του ωοθηκικού αποθέματος. Ο πιο αξιόπιστος δείκτης προσδιορισμού του ωοθηκικού αποθέματος είναι η μέτρηση των επιπέδων της αντιμυλλέριου ορμόνης στο αίμα, γνωστή επίσης ως ΑΜΗ. Πρόκειται για μία ορμόνη η οποία εκκρίνεται από τα κύτταρα των μικρών ωοθυλακίων, τα οποία ουσιαστικά αντιπροσωπεύουν το ωοθηκικό απόθεμα.

Παρ’ όλο που η ΑΜΗ δε δίνει τη δυνατότητα υπολογισμού του ακριβή αριθμού των διαθέσιμων ωοθυλακίων, τα βιβλιογραφικά δεδομένα υποστηρίζουν πως τα επίπεδά της στο περιφερικό αίμα παρουσιάζουν άμεση συσχέτιση με το ωοθηκικό απόθεμα. Η ΑΜΗ ανιχνεύεται στον ορό του αίματος και αποτελεί μία απλή και οικονομική εξέταση, καθώς μπορεί να συνδυαστεί με την μέτρηση και άλλων ορμονών (Cedars, 2022, p. 202).

Η ΑΜΗ αποτελεί έναν αποτελεσματικό βιοδείκτη πρόβλεψης του ωοθηκικού αποθέματος, συμβάλλοντας στον οικογενειακό προγραμματισμό, καθώς παρέχει τη δυνατότητα λήψης τεκμηριωμένων αποφάσεων σε επίπεδο πρόληψης. Οι αποφάσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν είτε την επίσπευση του οικογενειακού προγραμματισμού, είτε την διατήρηση της γονιμότητας, για τις περιπτώσεις των γυναικών που επιθυμούν να τεκνοποιήσουν σε επόμενο στάδιο της ζωής τους (Fleming, 2020). Για αυτές τις γυναίκες η διαδικασία της τεκνοποίησης μπορεί να γίνει πιο εύκολη, καθώς θα μπορούσαν να βελτιωθούν τα ποσοστά επιτυχίας, μειώνοντας την αλόγιστη χρήση της εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς και το κόστος που συνδέεται με τις διαδικασίες ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της πιθανής αποτελεσματικότητας της ένταξης της μέτρησης των επιπέδων της ΑΜΗ σε πρόγραμμα εθνικού σχεδιασμού για τον έλεγχο του ωοθηκικού αποθέματος του πληθυσμού, παρουσιάζεται από μία δημοσιευμένη εργασία στην Πορτογαλία. Σύμφωνα με ένα μοντέλο πρόβλεψης για την αξιολόγηση των πιθανώνοικονομικών επιπτώσεων στο Πορτογαλικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS), φαίνεται ότι η εφαρμογή ενός εθνικού προγράμματος ελέγχου για το μειωμένο ωοθηκικό απόθεμα, μέσω της αξιολόγησης των επιπέδων AMH στον ορό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των δαπανών του Δημοσίου κατά 9,4 εκατομμύρια ευρώ, λόγω της μείωσης της χρήσης μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής κατά 24%. Επίσης, στην ίδια μελέτη διαπιστώθηκε 12% αύξηση στα ποσοστά επιτυχία επίτευξης εγκυμοσύνης μετά την εφαρμογή μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (Xavier et al., n.d.).

Εν κατακλείδι

Αναγνωρίζοντας την πρόληψη ως βασικό πυλώνα της Δημόσιας Υγείας, προτείνουμε την ένταξη του ελέγχου των επιπέδων της ορμόνης ΑΜΗ στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Η δωρεάν παροχή της εξέτασης ΑΜΗ θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα γονιμότητας θα συμβάλει στην λήψη ενημερωμένων αποφάσεων, προασπίζοντας το δικαίωμα στην αναπαραγωγική αυτονομία. Σε συλλογικό επίπεδο η μείωση της υπογονιμότητας θα μπορούσε να συνεισφέρει στην βελτίωση της υπογεννητικότητας, δίνοντας λύσεις στο ζήτημα του δημογραφικού. Η λήψη προληπτικών μέτρων, όπως η μέτρηση της ΑΜΗ σε γυναίκες 30-35 ετών, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που προσφέρει η σύγχρονη αναπαραγωγική ιατρική μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της γονιμότητας και στην επίτευξη του στόχου της ολοκλήρωσης του οικογενειακού προγραμματισμού.

Κωνσταντίνος Πάντος, MD, PhDΓυναικολόγος Αναπαραγωγής - Εξωσωματική ΓονιμοποίησηΔιευθυντής του Κέντρου Ανθρώπινης Αναπαραγωγής, Κλινική «Γένεσις Αθηνών»,. γ.γ Ελληνικής  Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε: Website Facebook Instagram , YouTube ή καλέστε στο 210 6894326

 

Επειδή η γυναίκα φροντίζει την εμφάνιση της, κάντε «Like» στη σελίδα του NewWoman.gr και ενημερωθείτε για ότι νέο από το χώρο της ομορφιάς!



Copyright newwoman © 2024 Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος κατασκευή ιστοσελίδων webmac
Powered by Health Solutions