Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια ψυχολογίας Ρεβέκα Λιβάιν Κόλεϊ του Κολεγίου της Βοστώνης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Child Development" της αμερικανικής Εταιρείας Ερευνών για την Ανάπτυξη του Παιδιού, ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 19.200 παιδιά, από το νηπιαγωγείο έως τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου.
Το συμπέρασμα είναι ότι οι μετακομίσεις βλάπτουν γενικά τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών, όχι όλων ανεξαιρέτως, αλλά πολλών από αυτά. Η αρνητική επίπτωση είναι μεγαλύτερη, όσο μικρότερο στη ηλικία είναι το παιδί, οπότε μπορεί να εμφανίσει επίσης ελλείμματα στις κοινωνικές δεξιότητές του, καθώς επίσης προβλήματα συναισθηματικά και συμπεριφοράς, τα οποία πιθανώς διαρκούν για χρόνια μετά.Σε πιο μεγάλη ηλικία και στην αρχή της εφηβείας, οι αρνητικές συνέπειες (π.χ. στις ικανότητες ανάγνωσης και μαθηματικών) είναι λιγότερο έντονες και διαρκούν, επίσης, λιγότερο χρόνο.
Όμως όσες περισσότερες μετακομίσεις κάνει μια οικογένεια, τόσο συσσωρεύονται τα προβλήματα για τα παιδιά, αυξάνοντας το στρες και τους κινδύνους για την υγεία τους, εκτός από την επιδείνωση των ικανοτήτων τους στα μαθήματα.
Τι ισχύει με τις αλλαγές σχολείων;
Ότι ισχύει με την αλλαγή κατοικίας το ίδιο ισχύει και με τις αλλαγές σχολείων για τα παιδιά που όπως φαίνεται ιδανικό για αυτά είναι η σταθερότητα στο περιβάλλον τους.
Οι ειδικοί τονίζουν πως ιδίως οι απανωτές μετακομίσεις στην ηλικία των 12-14 ετών αύξαναν σημαντικά τον κίνδυνο για βίαιη συμπεριφορά ή για απόπειρα αυτοκτονίας. Επιπλέον, η μελέτη έδειξε ότι ο αυξημένος κίνδυνος από τις συχνές μετακομίσεις δεν αφορά μόνο τις οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, αλλά κάθε κοινωνικοοικονομικού επιπέδου.
Διαβάστε ακόμα στο NewWoman